Αυτές είναι μερικές από τις τριάντα ερωτήσεις για τις οποίες ολοι καταλαβαίνουμε τι αξία έχει να έχουμε καθαρές και πειστικές απαντήσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι εντυπωσιακό πόσο εύκολες είναι οι απαντήσεις αν διώξεις το προπέτασμα καπνού της συνηθισμένης προπαγάνδας. Ας πάρουμε για παράδειγμα το ζήτημα της εγκληματικότητας. Οι ανθρωποκτονίες στην Ελλάδα έχουν παραμείνει στα ίδια επίπεδα από τις αρχές της δεκαετίας του '90 (138 το 1991, 143 κατά μέσο όρο την τελευταία 20ετία). Όπως αναφέρεται στο βιβλίο: “Για να έχουμε μια αίσθηση των αριθμών, ο μέσος όρος των νεκρών σε τροχαία ατυχήματα τη δεκαετία 2000-2012 στην Ελλάδα ήταν 1.400 άνθρωποι το χρόνο! Αν σκεφτούμε πόσο μελάνι και σάλιο χύνεται για την εγκληματικότητα και πόσο για την οδική ασφάλεια, καταλαβαίνουμε πόσο κατασκευασμένη είναι η συζήτηση για τη βαριά εγκληματικότητα”. Παρακάτω παρουσιάζεται το θαμμένο στοιχείο που έδωσε πρόσφατα η ΕΛΑΣ, ότι η συμμετοχή Ελλήνων σε κλοπές, διαρρήξεις, ληστείες αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι η μετανάστευση αλλά η κρίση και η φτώχεια που αυξάνει την εγκληματικότητα.
Στο ερώτημα αν η μετανάστευση κάνει τις χώρες φτωχότερες, το βιβλίο υπενθυμίζει μια βασική αλήθεια, ότι οι πλουσιότερες χώρες του κόσμου είναι αυτές που δέχθηκαν μετανάστες (οι ΗΠΑ, η Γερμανία), γιατί η μετανάστευση γεννάει πλούτο, αυξάνει τις επενδύσεις και τις δουλειές, φέρνει κέρδη στα ταμεία, μπορεί να βελτιώσει το σύστημα υγείας, γιατί αυτοί που μεταναστεύουν είναι νέοι, υγιείς και έχουν έρθει για δουλειά, όχι συνταξιούχοι. Απέναντι στο μύθο ότι οι Έλληνες που μετανάστευσαν σε άλλες χώρες το έκαναν με καλύτερους όρους, ο συγγραφέας υπενθυμίζει ότι οι Έλληνες που πήγαν στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν οι “Πακιστανοί” της εποχής, καταγράφονταν ως “μαύροι” και όχι ως “λευκοί”, ενώ γινόταν και διαχωρισμός εναντίον των εγκληματιών Ελλήνων και Ιταλών απέναντι στους παλιότερους μετανάστες από τη Βόρεια Ευρώπη που ήταν πλέον “καλοί” και “ενσωματωμένοι”.
Το βιβλίο δεν μένει μόνο στα ερωτήματα για τη μετανάστευση, αλλά προχωράει και στο πώς μπορούμε να σταματήσουμε τη φασιστική απειλή. Τονίζει ότι η άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν ήταν αναπόφευκτη, ούτε οφείλεται στο μεταναστευτικό “πρόβλημα” αλλά καλλιεργήθηκε συστηματικά από τα πάνω: «κυρίαρχο ρόλο έπαιξαν σε διατεταγμένη υπηρεσία τα κόμματα του Μνημονίου και τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Το ρατσιστικό ΛΑΟΣ και η εκλογή του το 2007 άνοιξε το δρόμο στην είσοδο της Χρυσής Αυγής στην πολιτική σκηνή(...) Η Νέα Δημοκρατία βοήθησε πολυποίκιλα τη Χρυσή Αυγή: τα στελέχη της στην Α' Αθήνας κάλυψαν την παρουσία των νεοναζί στις συγκεντρώσεις “αγανακτισμένων Ελλήνων κατοίκων”, ενώ ο μηχανισμός της βοήθησε τη Χρυσή Αυγή ως αντίβαρο και πλαγιοκόπηση στο ΛΑΟΣ (δύο πρώην υπαρχηγοί της Χρυσής Αυγής, ο Κουσουμβρής και ο Ζαφειρόπουλος έχουν ομολογήσει ανοιχτά ότι η Νέα Δημοκρατία τύπωνε φυλλάδια της ναζιστικής συμμορίας».
Το μικρό αυτό βιβλίο των 80 σελίδων πρέπει να φτάσει παντού, σε κάθε τοπική οργάνωση της ΚΕΕΡΦΑ, σε κάθε γειτονιά, σχολή, σχολείο, εργατικό χώρο. Η αντιφασιστική δράση είναι αυτή που μπορεί να τσακίσει τους φασίστες, αλλά είναι σημαντικό βήμα να καθαρίσουμε τις περιοχές μας από τη δηλητηριώδη επίδραση του ρατσιστικού ψέματος.
Νίκος Λούντος